Οι προοπτικές εξέλιξης της ελληνικής εμπορικής ναυπηγικής βιομηχανίας

10.06.2023

Του Δρ. Γεωργίου Κόρου Πρόεδρος Ναυπηγείων Σαλαμίνας

Είθισται στην Ελλάδα να αναφερόμαστε στην εμπορική ναυπηγική βιομηχανία ως «ναυπηγοεπισκευή» σε μια προσπάθεια να συμπτύξουμε όλες τις κατηγορίες της. Εξετάζοντας, όμως, τις προοπτικές ανάπτυξής της, αυτή προσέγγιση είναι μη αποτελεσματική, καθώς δεν επιτρέπειτην κατανόηση, την παραμετροποίηση και εν τέλει τη βελτίωσή της.

Η Εμπορική ναυπηγική βιομηχανία απαρτίζεται από τρεις κύριους διακριτούς κλάδους: τη ναυπήγηση, τη μετασκευή και την επισκευή, και καθένας έχει τη δική του οικονομική βαρύτητα, τους δικούς του περιορισμούς, τους δικούς του ανταγωνιστές και τη δική του ανάγκη χρηματοπιστωτικών εργαλείων για την ανάπτυξή του. Η επισκευή είναι αυτή τη στιγμή πιο ενεργός κλάδος της βιομηχανίας. Έπειτα από μία δεκαετία πρωτοφανούς κρίσης (2011 και μετά), αυτή τη στιγμή παρουσιάζει άνθηση. Έχοντας παραδοσιακά ανταγωνιστές τις χώρες της Μαύρης Θάλασσας, υπέφερε πάντα από τις χαμηλότερες τιμές μονάδας (κυρίως στις ελασματουργικές εργασίες), λόγω φτηνότερων εργατικών και υποτιμημένων εθνικών νομισμάτων των ανταγωνιστών, σε σχέση με τα ευρωπαϊκού επιπέδου ελληνικά ημερομίσθια και το ισχυρό ευρώ. επισκευή, όμως, άλλαξε σημαντικά τα τελευταία χρόνια, καθώς τα πλοία, λόγω εξελιγμένων συστημάτων ποιότητας, χρειάζονται συνήθως ελάχιστες ελασματουργικές εργασίες για την προγραμματισμένη συντήρησή τους, με αποτέλεσμα επισκευή να απαρτίζεται κυρίως από δεξαμενισμό, βαφή, μηχανουργικές και ηλεκτρολογικές εργασίες, στις οποίες Ελλάδα ήτα νπάντα ανώτερη των ανταγωνιστών ποιοτικά, με μέγιστη ευελιξία στην εξεύρεση λύσεων και ως εκτούτου ταχύτερη. Αυτή τη στιγμή, λοιπόν, ζήτηση για θέσεις δεξαμενισμού υπερτερεί της προσφοράς, με αποτέλεσμα να μην αξιοποιείται η πραγματική επισκευαστική δυνατότητα της χώρας, καθώς επισκευαστική δυναμική (σύνολο δυνατοτήτων ανθρωπίνων πόρων και επιχειρήσεων) μπορεί να εξυπηρετήσει σημαντικά περισσότερες επισκευές. Υπάρχει συνεπώς άμεση ανάγκη για απόκτηση πλωτών δεξαμενών και, ως εκ τούτου, ανάγκη διευκόλυνσης σχετικών αδειοδοτήσεων από μεριάς του κράτους, αλλά και χρηματοδότησης μέσω του αναπτυξιακού νόμου, ΕΣΠΑ και άλλων εθνικών ευρωπαϊκών προγραμμάτων. μετασκευή είναι ένας κλάδος στον οποίο ιστορικά Ελλάδα έχει υπάρξει πρωτοπόρος. Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι αυτά των επιμηκύνσεων (jumboizing) δεξαμενόπλοιων στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά επί εποχής ιδιοκτησίας Σ. Νιάρχου και μετασκευές που έχουμε ολοκληρώσει εμείς στα Ναυπηγεία Σαλαμίνας, πρωτοπόρες σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως μετατροπή φορτηγών πλοίων σε χημικά δεξαμενόπλοια, μετατροπή δεξαμενόπλοιων σε πλοία ξηρού φορτίου κ.ά. φύση της μετασκευής γενικά είναι πάντα εξαρτώμενη από τις παγκόσμιες ναυτιλιακές αγορές. Οι μετασκευές συμβαίνουν μόνο όταν μπορεί να υπάρξει όφελος είτε από τη μεταπήδηση ενός πλοίου από μια αγορά στην άλλη, είτε από την τεχνική βελτιστοποίησή του.

Βρισκόμαστε σε σημείο καμπής στην παγκόσμια ναυτιλία, καθώς διεθνείς κανονισμοί επιβάλλουν μεγιστοποίηση της χρήσης πράσινης ενέργειας για την πρόωση των πλοίων. επικείμενη ανάγκη για μετασκευές σε σωρεία πλοίων είναι δεδομένη, ειδικά στην Ευρώπη που εφαρμόζει μια ιδιαίτερα δυναμική πολιτική για τη μείωση των ρύπων εν γένει. ίδια πολιτική στρέφει την Ευρώπη σε χρήση πράσινων καυσίμων για παραγωγή ενέργειας, ένας τομέας στον οποίο θα παίξουν καθοριστικό ρόλο τα πλωτά ενεργειακά ναυπηγήματα, π.χ., οι πλωτές μονάδες αποθήκευσης και αεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου (FSRU). Είναι σύνηθες τα FSRUs να προέρχονται από μετασκευές. αξία πολλών εξ αυτών των μετασκευών θα κυμανθεί σε επταψήφια και οκταψήφια νούμερα και θα είναι ως εκ τούτου ελκυστικές για πολλά ναυπηγεία της Ευρώπης και της Τουρκίας. Αυτά είναι πολύ πιθανό να προτιμηθούν από δυνητικούς πελάτες, καθώς είναι σε θέση (λόγω δομής των αντίστοιχων χρηματοπιστωτικών συστημάτων και κρατικής στήριξης) να παρέχουν εγγυητικές για την καλή εκτέλεση των projects. Για να μπορέσουν ελληνικά ναυπηγεία να συμμετέχουν σε τέτοια projects, είναι απαραίτητη ύπαρξη αντίστοιχων συστημάτων στήριξης και έκδοσης εγγυητικών. Το ίδιο ισχύει και για τον κλάδο της ναυπήγησης εμπορικών πλοίων, οποίος -με εξαίρεση την κατασκευή κάποιων επιβατηγών οχηματαγωγών κατά κύριο λόγο- είναι αρκετά αδύναμος. ναυπήγηση έχει μεταφερθεί σχεδόν εξολοκλήρου σε χώρες της Άπω Ανατολής τις τελευταίες δεκαετίες, βαριά βιομηχανία υπήρξε παραδοσιακά βασικός πυλώνας της οικονομίας, το εργατικό κόστος σε (συνήθως) χαμηλά επίπεδα και χρήση αυτοματοποιημένων μεθόδων παραγωγής αυτονόητη. Γύρω από αυτήν τη βιομηχανία, έχει στηθεί επίσης και μια «βιομηχανία» δανεισμού προς τους πλοιοκτήτες (Export Credit), υποστηρίζοντας τις εξαγωγές πλοίων και ως εκ τούτου την ίδια τη ναυπηγική βιομηχανία.

Παράλληλα, το τραπεζικό σύστημα συμμετέχει πολύ ενεργά στη συνεχή χρηματοδότηση απόκτησης νέων βελτιωμένων αυτοματοποιημένων συστημάτων παραγωγής, συμπληρώνοντας την εικόνα μιας υγιούς οικονομίας. Ελλάδα θα επωφεληθεί αντιγράφοντας αυτό το μοντέλο, δηλαδή δημιουργώντας ένα ενεργό σύστημα έκδοσης εγγυητικών και παράλληλα κάνοντας χρήση του αναπτυξιακού νόμου και του ΕΣΠΑ για τη χρηματοδότηση αυτοματοποιημένων συστημάτων παραγωγής για τα ναυπηγεία. Τα ελληνικά ναυπηγεία με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουν να ναυπηγήσουν πολλά από τα πλοία τα οποία θα χρειαστούν για την ελληνική και κυρίως για την αναπτυσσόμενη ευρωπαϊκή αγορά, καθώς θα είναι πλέον ανταγωνιστικά και σε θέση να παρέχουν τις απαραίτητες εγγυήσεις προς τους πελάτες τους. Επίσης, πληθώρα διεθνούς φήμης ελληνικών εργοστασίων παραγωγής ναυτιλιακού εξοπλισμού, καθώς και τα ελληνικά ναυπηγικά γραφεία, τα οποία στεγάζουν σημαντικό όγκο γνώσης κι εμπειρίας, θα εμπλακούν ενεργά, κάτι το οποίο θα προσδώσει μεγάλη προστιθέμενη αξία στα ναυπηγικά projects. Παράλληλα, Ελλάδα έχει εισαγάγει τεχνογνωσία (transfer of technology) από ναυπηγικούς κολοσσούς του εξωτερικού, όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή μέσω της συνεργασίας των Ναυπηγείων Σαλαμίνας με τη γαλλική Naval Group, τεχνογνωσία που, μαζί με την έμφυτη ναυπηγική τέχνη των άριστων Ελλήνων ναυπηγοτεχνιτών, μπορεί να συμβάλει υπερθετικά στις εμπορικές ναυπηγήσεις. Μικρές, λοιπόν, κατευθυντήριες αλλαγές στην αναπτυξιακή πολιτική του κράτους μπορούν να έχουν απτά και σημαντικά αποτελέσματα για την τόνωση της οικονομίας και της κοινωνίας μεσοπρόθεσμα, καθώς και για την τόνωση της, πάντα σημαντικής, εθνικής υπερηφάνεια.

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο!