Τον Οκτώβριο στην Κομισιόν το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα
Στο τέλος του επόμενου μήνα πρόκειται να υποβληθεί στην Κομισιόν το επικαιροποιημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, όπως αναφέρθηκε την Πέμπτη στη συνεδρίαση της Διυπουργικής Επιτροπής του ΕΣΕΚ, υπό την προεδρία της υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αλεξάνδρας Σδούκου. Στο διάστημα που θα μεσολαβήσει θα ολοκληρωθεί η μελέτη κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων των πολιτικών απανθρακοποίησης του εγχώριου ενεργειακού συστήματος -που θα ενσωματωθεί στο κείμενο- ενώ το draft θα περάσει από τη «βάσανο» της Επιστημονικής Επιτροπής στη Βουλή.
Στόχος της μελέτης είναι να αναδειχθεί το «αποτύπωμα» που θα έχει σε εθνική οικονομία και κοινωνία ο «οδικός χάρτης» απανθρακοποίησης, όπως στην ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Στη συνεδρίαση της Διυπουργικής Επιτροπής τέθηκε επί τάπητος η μεθοδολογία της μελέτης, τα πορίσματα της οποίας θα παρουσιαστούν σε δημόσια εκδήλωση.
Με βάση τη παρουσίαση, η ενσωμάτων σχολίων από τη διαβούλευση είχε ως συνέπεια να γίνουν σημειακές αλλαγές στις προβλέψεις του Εθνικού Σχεδίου. Μία από τις σημαντικότερες είναι η μικρή αύξηση της προβλεπόμενης παραγωγής υδρογόνου το 2030, καθώς υπάρχει ενδιαφέρον από εταιρείες για την παραγωγή συνθετικών καυσίμων, στα οποία το υδρογόνο αποτελεί «πρώτη ύλη».
Επενδύσεις 95 δισ. έως το 2030
Όπως έχει γράψει το insider.gr, στο αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα γίνεται σημαντικό «ψαλίδισμα» των επενδύσεων έως το 2030, χωρίς ωστόσο να «ψαλιδίζεται» και η φιλοδοξία στους κλιματικούς και ενεργειακούς στόχους. Πιο συγκεκριμένα, προβλέπεται η κινητοποίηση ιδιωτικών και δημόσιων κεφαλαίων 95 δισ. ευρώ μέχρι το 2030. Ένα νούμερο που είναι αισθητά μικρότερο από τις προβλεπόμενες δαπάνες του draft του Σχεδίου το οποίο είχε σταλεί στις Βρυξέλλες τον περασμένο Οκτώβριο.
Ωστόσο, το πιο ρεαλιστικό επενδυτικό πλάνο δεν μειώνει τον «πήχη» αναφορικά με την απανθρακοποίηση του ενεργειακού μίγματος. Έτσι, στο τέλος της 10ετίας προβλέπεται μείωση εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου κατά 58,6%, από 54% που ήταν ο στόχος στο draft.
Η συμμετοχή των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας θα αγγίξει το 45,4% -όταν ο ευρωπαϊκός στόχος είναι 42,5%- με το ποσοστό των ανανεώσιμων πηγών στην ηλεκτροπαραγωγή να διαμορφώνεται στο 76,8%. Συγκριτικά, στο draft ο στόχος είχε τεθεί στο 79% για τις ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή, με την Ε.Ε. να θέτει τον «πήχη» στο 69% για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Συγκρατημένες δαπάνες
Η μείωση των δαπανών έως το 2030, σε σχέση με την προηγούμενη εκδοχή του ΕΣΕΚ, οφείλεται κατ΄ αρχάς στο ότι το μεγάλο «κύμα» διείσδυσης ηλεκτρικών οχημάτων και αντλιών θερμότητας τοποθετείται πλέον στη δεύτερη περίοδο (2030-2040), όταν το κόστος του εξοπλισμού θα έχει μειωθεί ώστε να μην χρειάζονται κρατικές ενισχύσεις.
Επίσης, κατά την πρώτη περίοδο, προβλέπεται συγκράτηση των επενδύσεων σε νεοεμφανιζόμενες «πράσινες» τεχνολογίες. Παράλληλα, αν και δεν ανακόπτεται η ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών, για τα προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας επιδιώκεται η βελτιστοποίηση της σχέσης κόστους/οφέλους (επικέντρωση στις κλιματικές ζώνες Γ και Δ και σε κτίρια υψηλού βαθμού χρήσης). Σε αυτό το πλαίσιο, καθορίζεται στόχος μείωσης της μέσης χρήσης πρωτογενούς ενέργειας στα κτίρια του οικιακού τομέα κατά 16% έως το έτος 2030 και κατά 20-22% έως το έτος 2035.
Ο ετήσιος ρυθμός ανακαίνισης κτιρίων κατοικίας την περίοδο 2025-2030 θα ανέλθει σε 68.000 ανακαινίσεις, δηλαδή σε 409.000 για το συγκεκριμένο διάστημα. Αντίστοιχα, την περίοδο 2031-2040 ο ετήσιος ρυθμός ανακαίνισης θα μειωθεί σε 64.000 ανακαινίσεις, ενώ σημαντική αύξηση αναμένεται να επιτευχθεί την περίοδο 2041-2050 στις 83.000 με σκοπό την απανθρακοποίηση του οικιακού τομέα. Συνολικά, μέχρι το 2050 θα αναβαθμιστούν 1.880.000 κατοικίες περίπου.
Η «πράσινη στροφή»
Το αναθεωρημένο Σχέδιο προβλέπει μεγαλύτερη «παρουσία» των χερσαίων αιολικών (συγκριτικά με την προηγούμενη εκδοχή), τα οποία θα αθροίζουν 8,9 GW το 2030, σε σχέση με τα 7,6 GW του draft. Παρόμοιοι είναι οι στόχοι για φωτοβολταϊκά (13,5 GW), υπεράκτια αιολικά (1,9 GW) και υδροηλεκτρικά (3,458 GW).
Σε σχέση με το προσχέδιο, ενισχυμένοι είναι επίσης οι στόχοι για μονάδες μπαταριών που θα βρίσκονται σε λειτουργία το 2030, με το χαρτοφυλάκιό τους να αυξάνεται στα 4,325 GW (από 3,1 GW). Αντίθετα, πιο συγκρατημένες είναι οι προβλέψεις για σταθμούς αντλησιοταμίευσης, στα 1,745 GW (από 2,2 GW).
Ο λιγνίτης θα είναι το 2030 απών από το ενεργειακό μίγμα. Όσον αφορά τις μονάδες αερίου, προβλέπεται ότι το 2030 θα είναι εγκατεστημένο ένα χαρτοφυλάκιο συνολικής ισχύος 7,885 GW (από 7,7 GW στο draft), αυξημένο κατά 0,8 GW σε σχέση με το 2025. Ωστόσο, η ετήσια παραγωγή τους θα βαίνει μειούμενη μέχρι το 2030, ελαττωμένη κατά 45% σε σχέση με το 2022 (στις 10,4 Τεραβατώρες).
(αναδημοσίευση από insider.gr)