Φουρτούνες στη ναυτιλία και στον ενεργειακό κλάδο
Διαταραχές Η εξελισσόμενη γεωπολιτική κρίση, με κύριες εστίες στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, έχει προκαλέσει σημαντικές αναταράξεις στην παγκόσμια οικονομία, επηρεάζοντας ιδιαίτερα τη ναυτιλία, τις εφοδιαστικές αλυσίδες και τον ενεργειακό τομέα.
Άρθρο του δρ. Νικόλαου Λιάπη*
Η συνεχής αβεβαιότητα και οι απειλές για περαιτέρω κλιμάκωση των πολεμικών συγκρούσεων αυξάνουν τις προκλήσεις και το ρίσκο για τους διεθνείς οργανισμούς και τις επιχειρήσεις που εξαρτώνται από τη σταθερότητα των θαλάσσιων μεταφορών και του ενεργειακού τομέα. Η ναυτιλία, ως η ραχοκοκαλιά του παγκόσμιου εμπορίου, πλήττεται άμεσα, καθώς ήδη έχουν επηρεαστεί κρίσιμες θαλάσσιες διελεύσεις. Σύμφωνα με τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (IMO), το 90% του παγκόσμιου εμπορίου πραγματοποιείται με πλοία. Παραδοσιακά, η Ουκρανία ήταν ένας από τους κύριους κόμβους μεταφοράς αγροτικών προϊόντων (σιτηρών, ηλιέλαιου κ.ά.) διεθνώς, ενώ πριν από την εισβολή της Ρωσίας ήταν υπεύθυνη για το 10% της παγκόσμιας προσφοράς σιτηρών. Παράλληλα, η Ρωσία αποτελούσε τον κύριο προμηθευτή φυσικού αερίου και πετρελαίου στην Ευρώπη, εξάγοντας περίπου 7 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου ημερησίως (bpd) το 2021, από τα οποία το 40% κατευθυνόταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μετά τις κυρώσεις, η Ευρώπη αντιμετώπισε έντονες δυσκολίες στην αντικατάσταση αυτών των προμηθειών, γεγονός που αύξησε τις τιμές του πετρελαίου. Η τιμή του brent ανέβηκε από τα 80 δολάρια το βαρέλι το 2021 σε πάνω από 120 δολάρια το 2022 –πριν υποχωρήσει σταδιακά. Οι κυρώσεις είχαν επίσης αντίκτυπο στην εφοδιαστική αλυσίδα ενέργειας, με την τιμή του φυσικού αερίου να ανεβαίνει κατά 700% μέσα σε ένα χρόνο στην Ευρώπη, προκαλώντας ενεργειακή κρίση και άνοδο του κόστους παραγωγής. Η εφοδιαστική αλυσίδα είναι εξίσου εκτεθειμένη στις γεωπολιτικές διαταραχές. Οι κυρώσεις στη Ρωσία και οι περιορισμοί στις εξαγωγές της Ουκρανίας έχουν επιφέρει σημαντική μείωση στην παγκόσμια προσφορά βασικών εμπορευμάτων, όπως είναι τα σιτηρά, τα λιπάσματα και το φυσικό αέριο. Αντίστοιχα, η Μέση Ανατολή ανέκαθεν αποτελούσε στρατηγικό σημείο για τις θαλάσσιες μεταφορές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Το 30% των παγκόσμιων ροών πετρελαίου γίνεται από τα στενά του Ορμούζ, ενώ το 12% του παγκόσμιου εμπορίου πραγματοποιείται από τη διώρυγα του Σουέζ. Οποιαδήποτε διακοπή στη λειτουργία αυτών των κόμβων θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρές καθυστερήσεις και να αυξήσει τα κόστη μεταφοράς. Αυτό συνέβη για παράδειγμα το 2021, όταν το πλοίο Ever Given μπλόκαρε τη διώρυγα του Σουέζ. Τότε, το παγκόσμιο εμπόριο έχανε περίπου 9,6 δισεκατομμύρια δολάρια την ημέρα! Σήμερα, οι επιθέσεις σε διερχόμενα εμπορικά πλοία στη Μέση Ανατολή έχουν αυξήσει σημαντικά το κόστος ασφάλισης των δεξαμενόπλοιων. Ο αντίκτυπος στις ναυτιλιακές εταιρείες είναι άμεσος, καθώς αυτές αναγκάζονται να ανεβάσουν τις τιμές των μεταφορών για να αντισταθμίσουν τα επιπλέον κόστη, γεγονός που με τη σειρά του επηρεάζει τις τιμές των τελικών προϊόντων στις αγορές.
Πληθωριστικές πιέσεις
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η παγκόσμια οικονομία έχει ήδη υποστεί απώλειες της τάξης των 12 τρισεκατομμυρίων δολαρίων εξαιτίας των πολεμικών συγκρούσεων. Η έλλειψη πρώτων υλών, η αύξηση στις τιμές των μεταφορών και οι καθυστερήσεις στις παραδόσεις έχουν επιβαρύνει τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις, οδηγώντας σε πληθωριστικές πιέσεις. Οι επιθέσεις των Χούθι της Υεμένης, οι οποίοι στοχεύουν συχνά πετρελαϊκές εγκαταστάσεις και τάνκερ στην Ερυθρά Θάλασσα, δημιουργούν σοβαρές ανησυχίες για τις διελεύσεις από τη διώρυγα του Σουέζ. Πολλές ναυτιλιακές εταιρείες επιλέγουν πλέον την παράκαμψη του Σουέζ μέσω του ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας, αυξάνοντας όμως τη διάρκεια των ταξιδιών κατά περίπου 10 ημέρες και τα κόστη μεταφοράς κατά 15 – 20%. Αυτές οι καθυστερήσεις επιβαρύνουν την ήδη διαταραγμένη εφοδιαστική αλυσίδα, ανεβάζοντας περαιτέρω τις τιμές των εμπορευμάτων και μειώνοντας τη διαθεσιμότητα κρίσιμων προϊόντων στις παγκόσμιες αγορές. Στον ενεργειακό τομέα, η Ευρώπη έχει στραφεί σε εναλλακτικούς προμηθευτές ενέργειας, όπως είναι η Νορβηγία και οι ΗΠΑ, προκειμένου να καλύψει το κενό που άφησε η μείωση των ροών ρωσικού φυσικού αερίου. Συγκεκριμένα, το 2022, οι εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (Liquefied Natural Gas [LNG]) από τις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 68%, γεγονός που ενίσχυσε τη διαφοροποίηση της ενεργειακής προσφοράς. Η εξάρτηση από τις ΗΠΑ και άλλες χώρες αυξάνει το κόστος για την Ευρώπη, ενώ παράλληλα δεν προσφέρει μακροπρόθεσμη σταθερότητα, καθώς η ζήτηση για LNG αυξάνεται παράλληλα και στην Ασία. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η κλιμακούμενη σύρραξη στη Μέση Ανατολή έχουν επιταχύνει τη μετάβαση προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά η επίτευξη ενεργειακής ασφάλειας παραμένει δύσκολη υπόθεση. Οι γεωπολιτικές κρίσεις διαταράσσουν τις ενεργειακές ροές, ενώ οι επιπτώσεις τους στη ναυτιλία και στις εφοδιαστικές αλυσίδες επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο την παγκόσμια οικονομία. Και οι δύο κρίσεις έχουν δυστυχώς όλα τα χαρακτηριστικά για να εξελιχθούν σε περιφερειακές και στο χείριστο σενάριο σε παγκόσμιες. Είναι προφανές πως σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν καταστροφικές οι επιπτώσεις για τη ναυτιλία, για τις εφοδιαστικές αλυσίδες που εξυπηρετεί αυτή και κατά συνέπεια για το παγκόσμιο εμπόριο.
*Άρθρο του δρ. Νικόλαου Λιάπη, προέδρου του Ελληνικού Ινστιτούτου Ναυτικής Τεχνολογίας (ΕΛ.Ι.Ν.Τ.), μέλους του ΔΣ της Ένωσης Εφοπλιστών Ναυτιλίας Μικρών Αποστάσεων (ΕΕΝΜΑ), μέλους της Επιτροπής Downstream του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ) και μέλους της Τεχνικής Επιτροπής του Lloyd’s Register.